Πέρασα μέσα από μυστικά περάσματα και υπόγειες διαβάσεις. Στην τσέπη της καμπαρντίνας είχα το χαρτί με όλους τους κώδικες και τα συνθηματικά. Η πόλη μου, ένας σωρός από εγκαταλελειμμένα εργοστάσια, κακόφημα σοκάκια, μισοσκότεινες αποθήκες και άδεια μπαρ. Συνέχισα τον δρόμο μου μέσα από σκουπίδια, πέταξα τα παλιά μου ρούχα, δώρισα όλα τα υπάρχοντά μου στους ζητιάνους. Έκαψα το σπίτι μου. Δεν έχω φίλους, δεν θέλω έρωτες. Έχω ένα βιβλίο που γράφει περιέχει όλα τα βιβλία που δεν γράφτηκαν.
Δεν με ξέρεις. Μπορεί να ξέρεις το όνομά μου, τα στοιχεία της ταυτότητάς μου, πότε γεννήθηκα, τι έχω κάνει ως τώρα, που μένω, αλλά δεν έχω έναν εαυτό. Μπερδεύτηκες; Δεν πρέπει. Έχω πολλές πλευρές, εξαρτάται από την θέση του φεγγαριού, ποιον θα δεις κάθε φορά. Έχω κι ένα καθρεφτάκι στην άλλη τσέπη, λίγο σπασμένο στην άκρη, αλλά κατοπτρίζει τα πάντα με επιτυχία. Είμαι ένας μικρός κόσμος (μικρόκοσμος) που περιμένω να εξερευνηθώ. Δεν έχει πατήσει κανείς στα εδάφη μου, έχω ένα άβατο που δεν μπορεί ο οποιοσδήποτε να κατανοήσει. Ξέρεις τι σκέφτομαι πριν κοιμηθώ τα βράδια; Ότι δεν θέλω κανείς να δει τις αιχμηρές γωνίες που κρύβω. Βάζω τις λέξεις για ύπνο για λίγο μήπως και καταλάβεις...
..............................................................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................
.......................................
Νομίζεις πως επειδή έτυχε να με δεις, ότι με βλέπεις; Άκουσες την φωνή μου και ξέρεις πως ηχώ; Έσβησα το όνομά μου, έσκισα κάθε έγγραφο που μαρτυρά ποιος είμαι, έκοψα τα μαλλιά μου, έκρυψα κάτω από ένα παγκάκι που μόνο εγώ ξέρω το άλμπουμ με όλες τις φωτογραφίες μου. Ξέχασα για να με ξεχάσουν. Δεν είμαι ένας, αλλά πολλοί, ελπίζω να μην καταλάβεις τι εννοώ. Είμαι ο ξένος. Ίσως και παρά-ξενος, απόκληρος από τον Παράδεισο και εξόριστος από την Κόλαση, περπατώ στο Νησί των Θησαυρών, ταξιδεύω με τον Ναυτίλο, παίρνω το Εξπρές του Μεσονυχτίου και κάνω παρέα με τον Φύλακα στην Σίκαλη. Πατώ στα Σταφύλια της Οργής για να φτιάξω το πιο γλυκό κρασί και έχω Άνθη του Κακού στο πέτο μου. Πίναμε μπράντυ με τον Φάουστ στο Άρκαμ και χάιδευα τον Μαύρο Γάτο που μου κάνει παρέα.
Αν με δεις κάπου,κάνε πως δεν ήμουν εγώ, αν με πιάσουν, αφάνισέ με, πρέπει να ξεχαστώ. Εύχομαι να μην καταλάβεις.....
1 σχόλια:
Καταπληκτικό! Ο καθένας μπορεί να δώσει και από μία διαφορετική ερμηνεία. Μία από τις πρώτες μου σκέψεις καθώς το διάβαζα ήταν για τους πολλούς εαυτούς που ο καθένας μας διαθέτει και που δύσκολα κάποιος άλλος θα μπορέσει να δει στην ολότητα τους.
Μου άρεσε πολύ και βασικά μου θύμισε κάπως και την ταινία Black swan από την άποψη του εσωτερισμού που διαθέτει το κείμενο!
Δημοσίευση σχολίου